(Τα στοιχεία που παρατίθενται βασίζονται σε μεγάλο βαθμό σ’ αυτά που μας παρέθεσε ο αρχιτέκτονας Φαίδων Κυδωνιάτης σε συνέντευξη περί τα τέλη του 1982 με αρχές 1983)
Ο Άγιος Αλέξανδρος στο Παλαιό Φάληρο είναι ο καθεδρικός ναός, η Μητρόπολη της περιοχής. Ο θεμέλιος λίθος τέθηκε το 1956 με αρχιτέκτονες την Έθελ και το Φαίδωνα Κυδωνιάτη. Πρόκειται δηλαδή για ένα ναό που κτιζόταν παράλληλα με το ναό της Αγίας Σκέπης του Παπάγου. (Φωτ. 25)
Αν όμως η Αγία Σκέπη είναι άμεσα επηρεασμένη από την παραδοσιακή λαϊκή αρχιτεκτονική του τόπου μας, ο Άγιος Αλέξανδρος αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της σύγχρονης αρχιτεκτονικής, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι οι αρχιτέκτονες του ναού αυτού αγνόησαν τελείως το παραδοσιακό λαϊκό στοιχείο. (Φωτ. 26)
Οι καμάρες λ. χ. στη δυτική και νότια πλευρά του ναού και το λευκό χρώμα, μορφολογικά στοιχεία νησιώτικου χαρακτήρα, προσαρμόζουν αρμονικότερα το κτίσμα σε μια παραθαλάσσια περιοχή όπως είναι το Παλαιό Φάληρο. Ο Άγιος Αλέξανδρος, είναι "νεο-αττικού τύπου" (όπως χαρακτηριστικά τον ονόμαζε ο αρχιτέκτονας Κυδωνιάτης). Αν και εξωτερικά ο ναός υπακούει στα σύγχρονα δεδομένα και στη σύγχρονη τεχνολογία, στο εσωτερικό και σε κάτοψη δεν παύει να αποτελεί μια παραλλαγή του σταυροειδούς εγγεγραμμένου ναού μετά τρούλου. Κύριο χαρακτηριστικό της παραλλαγής αυτής είναι ότι ο σχηματιζόμενος σε κάτοψη σταυρός δεν είναι ισοσκελής.
Η χριστιανική αρχιτεκτονική οφείλει κατ' αρχήν να αναδείξει και να φανερώσει τον χώρο προτού φτάσει στην έκφραση του Υψηλού. Να θέσει τον χώρο στο κέντρο του καλλιτεχνικού ενδιαφέροντος, πλαισιωμένο με τις κατάλληλες μορφές ώστε να οδηγεί φαινομενικά προς το άπειρο.
Παρόλο που οι αρχιτέκτονες δεν προβληματίστηκαν για τις μεταφυσικές και συμβολικές σημασίες του γενικού σχήματος και των μερών του ναού, όμως δημιουργούν ένα χώρο που προδιαθέτει τον εκκλησιαζόμενο για μεταφυσικά συναισθήματα. (Φωτ. 27)
Η αντίθεση μεταξύ του κατά πλάτος τοποθετημένου στενού νάρθηκα προς τον κατά μήκος κύριο άξονα και η σχέση πλάτους και ύψους του ναού συντελούν στη δημιουργία εντυπώσεων του χώρου. (Φωτ. 28)
(Φωτ. 28)
Όλο το οικοδόμημα στηρίζεται σε δύο παραβολικά κύρια τόξα και δύο δευτερεύοντα. Καταργήθηκαν έτσι οι κιονοστοιχίες και ο εκκλησιαζόμενος μπορεί άνετα να βλέπει τον ιερέα τόσο κατά την τέλεση του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας όσο και κατά τα λοιπά μυστήρια, τα οποία τελούνται στη σολέα του ναού. (Φωτ. 29)Η έξαρση του βάθους δημιουργείται με την κυριαρχία του κατά μήκος άξονα, που απολήγει στην ημικυκλική αψίδα του ιερού, η οποία και υποδέχεται σαν αγκαλιά, αυξάνοντας με την έλξη της την εντύπωση ότι ο χώρος είναι ατέρμων. Συγχρόνως τα εγκάρσια παραβολικά τόξα στην οροφή δημιουργούν ένα βηματισμό αντίθετο, που σπάει την πεζότητα του κατά μήκος άξονα και ξυπνάει το ενδιαφέρον μας εντονότερα προς την κατεύθυνσή του. (Φωτ. 30)
Το ιερό, ενώ σύμφωνα με την παράδοση έπρεπε να βλέπει στην ανατολή, είναι στραμμένο προς βορρά γιατί έτσι επιτρέπει το σχήμα και η θέση του οικοπέδου. Συνεπώς η κύρια είσοδος κοιτάει στον νότο. (Φωτ. 31)
Ο τρούλος, (θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως μία σύγχρονη παραλλαγή του αθηναϊκού τύπου), τονίζει τον κατακόρυφο άξονα του κέντρου και προσπαθεί να απαιτήσει μοναρχικά την υποταγή των άλλων μελών του οικοδομήματος σ' αυτόν. Αν στο χρόνο το αίσθημα του Υψηλού έχει ως βασικό του στοιχείο το ξαφνικό, το αναπάντεχο, στο χώρο δεν εκφράζεται παρά μόνο με την απότομη υπεροχή του ενός μέλους πάνω στα άλλα. Καταργείται έτσι η πλαστικότητα και αίρεται η αυτοτέλεια των συνεργαζόμενων μελών για να ενοποιηθούν όλα μαζί κάτω από τις μεγάλες γραμμές του όλου, για να υποταχθούν στην μοναρχική επιβολή μιας πρωτεύουσας μονάδας, του τρούλου. (Φωτ. 32)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου